Δημήτρης Λιαντίνης
Joomla Slide Menu by DART Creations
Τα Βιβλία του Λιαντίνη
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
Χειρόγραφα
Αναμονές - Προσθήματα

Eκδόθηκε το «ΟΔΟΣ ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ», ανέκδοτο μέχρι σήμερα βιβλίο του ΔΗΜΗΤΡΗ ΛΙΑΝΤΙΝΗ

 Η ΓΚΕΜΜΑ επανέρχεται στο θέατρο ΒΡΕΤΑΝΙΑ

Η ΓΚΕΜΜΑ επανέρχεται στο
θέατρο ΒΡΕΤΑΝΙΑ από 2 Μαίου 2019

 Η ΓΚΕΜΜΑ επανέρχεται στο θέατρο ΒΡΕΤΑΝΙΑ

Η ΓΚΕΜΜΑ Του ΛΙΑΝΤΙΝΗ
Φιλοσοφικός στοχασμός σε θεατρική μορφή επιστρέφει στην Αθήνα

Η Γκέμμα του Λιαντίνη επιστρέφει στην Αθήνα

Η ΓΚΕΜΜΑ Του ΛΙΑΝΤΙΝΗ
Φιλοσοφικός στοχασμός σε θεατρική μορφή

Η Γκέμμα του Λιαντίνη Θεατρική Μορφή

Αγγλική Έκδοση της
Γκέμμα

Αγγλική Έκδοση της Γκέμμα

Ρωσική Έκδοση της
Γκέμμα

Ρωσική Έκδοση της Γκέμμα

Αγγλική έκδοση των ποιημάτων
Οι Ώρες των Άστρων

Αγγλική έκδοση των ποιημάτων Οι Ώρες των Άστρων

 

 
 

Διονύσης Σέρρας (Εκδότης, συγγραφέας)


Συναντώντας το Δημήτρη Λιαντίνη

 

.......................................................................................................................................

Θησαύρισμα και δώρημα πλούτου νοητικού, ιδεολογικού, φιλοσοφικού, ποιητικού, ανθρωπογνωστικού, γλωσσικού, λογοτεχνικού κ.ά. συγκροτεί η «Γκέμμα» του Δημ. Λιαντίνη, τούτη η εξομολογητική κ’ εκρηκτική ροή και κατάθεση της «τελευταίας λέξης» του, της ό λ ο  π ά θ ο ς  κ α ί
μ ά θ ο ς Αλήθειάς του. Αποτελεί, ακόμη, μια καθαρή πηγή-αποκάλυψη, σύνθετη και φωτεινή (παρά τις κάποιες δυσκολίες προσέγγισης), της βιοκοσμοθεωρίας του, της διαφορετικής «ταυτότητάς ’ του, της πνευματικής καταγωγής του, της μη ατομικιστικά εγωιστικής αγωνίας του, της αταλάντευτης θέσης του, της συνειδητής και αξιόπρεπης κατάληξής του... Με τούτο το βιβλίο ο Δημ. Λιαντίνης, μαζί με
τ’ άλλα του «σήματα’, ή «σημεία»,είχε προειδοποιήσει και αναγγείλει το ασυνήθιστο τέλος του, τη δική του –ομόλογη μ’ αλλοτινές – «Ανάληψη» στο πεδίο της επίγειας ζωής, την οριστική και αμετάκλητη απόφασή του να ξεπεράσει –μες στο φως –τα όρια της «κόψης» του, ολοκληρώνοντας μια ισόβια, πλατωνικής αρχής «μελέτη θανάτου».

Σ’ αυτό το πληθωρικό και γενναιόδωρο πνευματικό-συγγραφικό του κληροδότημα, την «Γκέμμα», στο αποχαιρετιστήριο μίλημά του, ο Δημ. Λιαντίνης, με τ’ άλματα, τις διαπλοκές και τις «προ(σ)κλήσεις» της σπιθόβολης σκέψης και πένας του και την υφή και ροή του καινόφωνου λόγου του, καταθέτει το απόσταγμα της συν-εύρεσής του και της συν-τονίας του με το άριστο και αθάνατο Πνεύμα των μεγάλων, κινώντας από τον θείο Όμηρο, τον Εμπεδοκλή, τον Αισχύλο, τον Σωκράτη, τον Σοφοκλή κ.ά. δωρητές σοφίας και ουσίας – και περηφάνειας για τον Άνθρωπο –και φτάνοντας ως τους νεότερους διαδόχους και χαράκτες της μετέπειτα ακμής, τον Σαίξπηρ, τον Νίτσε, τον Γκαίτε, τον Χάιζενμπεργκ, τον Σολωμό, τον Καβάφη..., ορίζοντας καθαρά τα όρια και τις εσοχές του γνωστικού, ηθικού κ’ αισθητικού του χώρου. Αποθέτει τους ώριμους και ύστερους καρπούς της ανήσυχης, όπως τα σπλάχνα του, της διεισδυτικής και οξείας κριτικής του σκέψης, του έντονου και εύλογου υπαρξιακού προβληματισμού του, της με «κόψη τρομερή»-για τον ίδιο και άλλους-α λ ή θ ε ι ά ς του, της στάσης ζωής και των προσωπικών θέσεών του (αποδεκτών ή μη), του ανατρεπτικού, μαχητικού και ασυμβίβαστου χαρακτήρα και λόγου του. Λόγου συχνά καίριου και τολμηρού, επιγραμματικού και απόλυτου, αιρετικού και καυστικού, ελεύθερου και επιθετικού, φτάνοντας στην πλήρη άρνηση και απόρριψη των ψεύτικων και δυναστευτικών επινοημάτων, στον μηδενισμό, στην απόλυτη πίστη στην κυρίαρχη Φ ύ σ η  και στο μεταφυσικό Τ ί π ο τ ε.

Η οξύτονη συχνά γραφή –και η εύηχη φωνή – του Δημ. Λιαντίνη, πολυσύνθετη, αδέσμευτη, χωρίς κοινολογίες, ποιητικόμορφη, αφυπνιστική (αρεστή ή μη), αναμένει όσους είναι σε θέση να τιθασεύσουν το άμετρο κι ανόητο «Εγώ» τους, ν’ ασπαστούν το σωκρατικό «εν οίδα, ότι ουδέν οίδα» (και όχι μόνο), για να βιώσουν και ν’ απολαύσουν, λίγο-πολύ, τα σαφή μηνύματα και τα –προς το τέλειο –κέντρισμά της. Να τα βιώσουν νεκρώνοντας πολλά και διάφορα «σαρκώματα» και ν’ ανατρέψουν – μέσω αυτής και του εγκόσμιου, κι όχι απόκοσμου, γεννήτορά της, - όλα τα θλιβερά και τ’ ανούσια και τα προσβλητικά του καιρού και του κόσμου συμπτώματα, τα φαιδρά ή τα άθλια – στην ουσία τους τραγικά – της κατά τα άλλα άξιας να θεωθεί, θαυμαστικά, ανθρώπινης ζωής και ύπαρξης, της ικανής από μήτρα φυσική ν’’ απλώσει άσαρκα φτερά, στηριγμένη στ΄ άθωρα «ποδάρια» της, όπως αυτά του Νου και του Στήθους (ή της Γνώσης και της Αγάπης).

Ασφαλώς η περίπτωση του Δημ. Λιαντίνη δεν είναι συνηθισμένη (και ευτυχώς) ούτε εξαντλείται μ΄ ένα απλό κείμενο γι’ αυτόν, μ’ αφορμή κυρίως μια ομιλία του και το τελευταίο του βιβλίο. Η γνωριμία και η επαφή με το λόγο του, διαφορετικό, ουσιαστικό και αξιανάγνωστο για όσους δεν αρέσκονται σε προϊόντα κίβδηλα, χωνευτικά, της βιβλιοψυχαγοράς, συνεχίστηκε για μας και συνεχίζεται γυρνώντας και ξαναγυρνώντας (σ)τις σελίδες με τους φιλοσοφικούς, ποιητικούς, ανθρωποκεντρικούς και κλασικά «ελληνικόσημους» στοχασμούς του. Έτσι μετά την πάμφωνη της εκπνοής του «Γκέμμα», τον συναντήσαμε και πάλι με το πνεύμα και τον λόγο του αληθινά και γενναιόδωρα διδακτικό στο γλωσσικοσχολικής υφής εγχειρίδιο του «Τα Ελληνικά»» (1994) όπου, σ’ έναν «δεκάλογο» ελεύθερης σκέψης και γραφής, ποιητικολογίας, βιογνωσίας και ελληνομάθειας αισθητικοηθικής, αναπτύσσει το «πιστεύω» του για την ιδανική μορφή και το λειτούργημα του διδασκάλου, τις απόψεις και τις θέσεις του για τη «γλώσσα των ανθρώπων», για την «ποίηση και τη ζωή», για τους άξιους να λέγονται και να μνημονεύονται εσαεί ως Ποιητές (όχι εφήμεροι στιχοπλόκοι και «σφετεριστές»), αλλά και για θέματα άμεσα σχετιζόμενα με την ελληνική ζωή και τέχνη, την αρχαιότητα και τη θλιβερή συνέχειά της, για τη λεγόμενη «ελληνοχριστιανική αγωγή» , τη γνήσια δημοκρατία κλπ. Τούτο το βιβλίο του Λιαντίνη, έστω και αν κάπου φθάνει στα άκρα -  στοχεύοντας πάντα στην κορφή, που ο ίδιος θεάται και βιώνει, αποτελεί ένα συμπλήρωμα εκφραστικό της θεωρίας και της «ταυτότητας» του, της ανθρώπινης ελληνικής και πνευματικής του καταγωγής και οντότητας. Είναι το προσωπικό του μαχητικό «ευαγγέλιο», το κήρυγμα της αναστατικής για τη ζωή και τον νεοέλληνα, κυρίως αποκάλυψης. Είναι ό,τι συνοπτικά διακηρύσσει και εντέλλεται στο προλογικό, σαν μόνο – του πόθου και της ματαιότητας ιδεογράφημά του, όπου κωδικοποιεί και πλαστουργεί, τετράσημα, του «κόσμου» του ελληνικού το «θαύμα».

«να υπάρχεις Ελληνικός δηλώνει τέσσερες τρόπους συμπεριφοράς.

Ότι δέχεσαι την αλήθεια που έρχεται μέσα από τη φύση ׂόχι την αλήθεια που φτιάχνει το μυαλό των ανθρώπων. Ότι ζεις σύμφωνα με την ηθική της γνώσηςׂόχι με την ηθική της δεισιδαιμονίας και των προκαταλήψεων.

Ότι αποθεώνεις την ομορφιάׂγιατί η εμορφιά είναι δυνατή σαν το νου σου και φθαρτή σαν τη σάρκα σου.

Και κυρίως αυτό: ότι αγαπάς τον άνθρωπο. Πως αλλιώς! Ο άνθρωπος είναι το πιο τραγικό πλάσμα μέσα στο σύμπαν».

...........................................................................................................................................


Όμως, αυτό που στάθηκε (και είναι, πάντα) επίκαιρα – κι όχι εφήμερα –«ζωντανό», αποκαλυπτικό και άξιο ατομικής αφομοίωσης και βίωσης, θαυμασμού και ασπασμού ηδονικού κι όχι απλής ανάγνωσης και μνείας, είναι το ανθηρό πνευματικό του δημιούργημα «Χάσμα σεισμού.Ο φιλοσοφικός Σολωμός» (1979), βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών (άλλης έκπληξης στοιχείο).

Είκοσι χρόνια μετά την έκδοσή του το βιβλίο αυτό διατηρεί ακέραιη την αξία του, την ομορφιά του, τη θεματική του πληρότητα, την ακμή και την πνοή της ποιητικής του γλώσσας..., καλύπτοντας πολύ
απ’ το κενό που  άφησε η προσέγγιση του σολωμικού «κόσμου» από άλλους ή συμπληρώνοντας με ξεχωριστό, κατά τη γνώμη μας, και ουσιαστικό τρόπο την προσφορά ορισμένων ειδικών μελετητών. Ο Δημ. Λιαντίνης φτάνει στις κορφές και στον πυρήνα της σολωμικής δημιουργίας και φέρνει στο φως άγνωστα «κομμάτια» από τη φιλοσοφική «χροιά» και διάσταση της Ποίησης του Σολωμού. Ο συγγραφέας δεν παρουσιάζει τα πορίσματα της σε βάθος μελέτης του μόνο ως φιλοσοφημένος επιστήμονας φιλόλογος, ως ικανός και εμβριθής λόγιος, ως οξυδερκής και αντικειμενικός κριτής, ως ευαίσθητος αναγνώστης-θαυμαστής κλπ., αλλά τα παραθέτει με τρόπο απολύτως βιωματικό, με σύνθεση ποικίλων κ’ εκλεκτών στοιχείων γνωστικών, ως ερευνητής και κατακτητής της Αλήθειας, ως συνεργός ποιητικής «δράσης» και «γέννας», προσωπικά και γενικότερα εκφραστικής και γοητευτικής. Εισχωρεί στο νοητικό, ψυχοπνευματικό και αισθητικό πεδίο ή στο μεταμορφωτικό και προκλητικής «σκευής» εργαστήρι του Ποιητή, προβάλλοντας ή θέτοντας στο φως – και στον έλεγχο –πολλά από του Λόγου του τα «σωθικά», θεωρώντας ή ερμηνεύοντας ιδιότυπα και συνήθως πειστικά και ευφρόσυνα πολλές απ’ τις πτυχές και τις Στιγμές του, συνδέοντας την όλο «χάσματα» μα και «άνθη»
α υ γ ή ς  διαδρομή του με τα κοιτάσματα και τις σπορές του κλασικού αρχαίου κόσμου και των κορυφαίων του ευρωπαϊκού –ρομαντικού, κυρίως –πνεύματος ηγετών.

Ο λόγος του Δημ. Λιαντίνη, πότε εύηχος και πότε κρυπτικός, πότε ανούσιος και πότε ανιαρός, είναι
(και θα μείνει) λόγος πυκνός κ’ εκρηκτικός, στοχαστικός και φιλοσοφικός, ποιητικός, αληθινός, μυσταγωγικός... Είναι σύνθεση γνώσης και ομορφιάς, μάθησης και διδαχής, Ιδεών και Κάλλους, δύναμης κ’ ευαισθησίας, τόλμης και υπευθυνότητας... Κάτοχος όλου του υπό μελέτη –και άλλου αναγκαίου –υλικού, ενδοσκόπος και αποκρυπτογράφος, χτίστης πολυεπίπεδου και γερού πνευματικού συγκροτήματος, δωρητής σημαντικής και νεότροπης για τη βαθύτερη –ή αλλιώτικη –σολωμική ανακάλυψη ύλης, ο Δημ. Λιαντίνης, στα τέσσερα κεφάλαια – «φωτο-γραφήμματα» του κρατημένου στην αφάνεια πονήματός του (σ’ αντίθεση με τη σκόπιμη ή ιδιοτελή προβολή άλλων μέτριων ή ασήμαντων αναγνωσμάτων), τ έ μ ν ε ι  γόνιμα, καίρια και καθαρά με «έρωτα καλού», τον Λόγο και τον «κόσμο» της «συντριβής και του δέους» του Διον. Σολωμού, φωτίζει άπλετα, ή όχι, τις πέρ’ από τις λέξεις του «σκιές» και τις αθέατες πλευρές του και ισορροπεί ελεύθερα, περίτεχνα και διασωτικά πάνω στην σολωμική «κόψη του σπαθιού την τρομερή» (απ’ όποια ή με όποια «όψη» κι αν τη δει ή συμβολικά την εξετάσει καθένας). Καμιά σελίδα του βιβλίου αυτού, καμιά σχεδόν γραμμή, καμιά εικόνα νοητική και λεκτική, καμιά θέση, άποψη ή ερμηνεία δεν είναι δίχως σημασία, χωρίς βάρος και βάθος «αφής», χωρίς λάμψη νου και αίσθημα καρδιάς. Ο Δημ. Λιαντίνης απ’ την αρχή και ως το τέλος παραμένει ποιοτικός και ουσιώδης, θελκτικός και αφυπνιστικός, εύστροφος και ερεθιστικός, πιστός –αλλά και αυστηρός –στο «φως της καλοσύνης, στο φως της ομορφιάς» του Διον. Σολωμού. Του Ποιητή, που ανεπιφύλακτα τον έθεσε στην κορυφή της αξιολογικής του κλίμακας και γέμισε, με τη «φωνή» και τις εύστοχες αναφορές του σ’ αυτόν, τόσο τούτο το ελκτικό και ανθηρό «Χάσμα σεισμού...», στο σύνολό του (ανάθημα τιμής και μνήμης, αλλά και σκέψης, αίσθησης και γραφής ακριβής – μέσα στην άμετρης επιφάνειας και φθήνιας εποχή μας), όσο και άλλες σελίδες ή σημεία των κατοπινών βιβλίων του.

..........................................................................................................................................

(Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΑ ΦΥΛΛΑ, Ζάκυνθος, Φθινόπωρο –Χειμώνας 1998, σελ. 250-260).


 

 

Διονύσης Σέρρας (Εκδότης, συγγραφέας)


Συναντώντας το Δημήτρη Λιαντίνη

 

.......................................................................................................................................

Θησαύρισμα και δώρημα πλούτου νοητικού, ιδεολογικού, φιλοσοφικού, ποιητικού, ανθρωπογνωστικού, γλωσσικού, λογοτεχνικού κ.ά. συγκροτεί η «Γκέμμα» του Δημ. Λιαντίνη, τούτη η εξομολογητική κ’ εκρηκτική ροή και κατάθεση της «τελευταίας λέξης» του, της ό λ ο  π ά θ ο ς  κ α ί  μ ά θ ο ς Αλήθειάς του. Αποτελεί, ακόμη, μια καθαρή πηγή-αποκάλυψη, σύνθετη και φωτεινή (παρά τις κάποιες δυσκολίες προσέγγισης), της βιοκοσμοθεωρίας του, της διαφορετικής «ταυτότητάς ’ του, της πνευματικής καταγωγής του, της μη ατομικιστικά εγωιστικής αγωνίας του, της αταλάντευτης θέσης του, της συνειδητής και αξιόπρεπης κατάληξής του... Με τούτο το βιβλίο ο Δημ. Λιαντίνης, μαζί με τ’ άλλα του «σήματα’, ή «σημεία»,είχε προειδοποιήσει και αναγγείλει το ασυνήθιστο τέλος του, τη δική του –ομόλογη μ’ αλλοτινές – «Ανάληψη» στο πεδίο της επίγειας ζωής, την οριστική και αμετάκλητη απόφασή του να ξεπεράσει –μες στο φως –τα όρια της «κόψης» του, ολοκληρώνοντας μια ισόβια, πλατωνικής αρχής «μελέτη θανάτου».

Σ’ αυτό το πληθωρικό και γενναιόδωρο πνευματικό-συγγραφικό του κληροδότημα, την «Γκέμμα», στο αποχαιρετιστήριο μίλημά του, ο Δημ. Λιαντίνης, με τ’ άλματα, τις διαπλοκές και τις «προ(σ)κλήσεις» της σπιθόβολης σκέψης και πένας του και την υφή και ροή του καινόφωνου λόγου του, καταθέτει το απόσταγμα της συν-εύρεσής του και της συν-τονίας του με το άριστο και αθάνατο Πνεύμα των μεγάλων, κινώντας από τον θείο Όμηρο, τον Εμπεδοκλή, τον Αισχύλο, τον Σωκράτη, τον Σοφοκλή κ.ά. δωρητές σοφίας και ουσίας – και περηφάνειας για τον Άνθρωπο –και φτάνοντας ως τους νεότερους διαδόχους και χαράκτες της μετέπειτα ακμής, τον Σαίξπηρ, τον Νίτσε, τον Γκαίτε, τον Χάιζενμπεργκ, τον Σολωμό, τον Καβάφη..., ορίζοντας καθαρά τα όρια και τις εσοχές του γνωστικού, ηθικού κ’ αισθητικού του χώρου. Αποθέτει τους ώριμους και ύστερους καρπούς της ανήσυχης, όπως τα σπλάχνα του, της διεισδυτικής και οξείας κριτικής του σκέψης, του έντονου και εύλογου υπαρξιακού προβληματισμού του, της με «κόψη τρομερή»-για τον ίδιο και άλλους-α λ ή θ ε ι ά ς του, της στάσης ζωής και των προσωπικών θέσεών του (αποδεκτών ή μη), του ανατρεπτικού, μαχητικού και ασυμβίβαστου χαρακτήρα και λόγου του. Λόγου συχνά καίριου και τολμηρού, επιγραμματικού και απόλυτου, αιρετικού και καυστικού, ελεύθερου και επιθετικού, φτάνοντας στην πλήρη άρνηση και απόρριψη των ψεύτικων και δυναστευτικών επινοημάτων, στον μηδενισμό, στην απόλυτη πίστη στην κυρίαρχη Φ ύ σ η  και στο μεταφυσικό Τ ί π ο τ ε.

Η οξύτονη συχνά γραφή –και η εύηχη φωνή – του Δημ. Λιαντίνη, πολυσύνθετη, αδέσμευτη, χωρίς κοινολογίες, ποιητικόμορφη, αφυπνιστική (αρεστή ή μη), αναμένει όσους είναι σε θέση να τιθασεύσουν το άμετρο κι ανόητο «Εγώ» τους, ν’ ασπαστούν το σωκρατικό «εν οίδα, ότι ουδέν οίδα» (και όχι μόνο), για να βιώσουν και ν’ απολαύσουν, λίγο-πολύ, τα σαφή μηνύματα και τα –προς το τέλειο –κέντρισμά της. Να τα βιώσουν νεκρώνοντας πολλά και διάφορα «σαρκώματα» και ν’ ανατρέψουν – μέσω αυτής και του εγκόσμιου, κι όχι απόκοσμου, γεννήτορά της, - όλα τα θλιβερά και τ’ ανούσια και τα προσβλητικά του καιρού και του κόσμου συμπτώματα, τα φαιδρά ή τα άθλια – στην ουσία τους τραγικά – της κατά τα άλλα άξιας να θεωθεί, θαυμαστικά, ανθρώπινης ζωής και ύπαρξης, της ικανής από μήτρα φυσική ν’’ απλώσει άσαρκα φτερά, στηριγμένη στ΄ άθωρα «ποδάρια» της, όπως αυτά του Νου και του Στήθους (ή της Γνώσης και της Αγάπης).

Ασφαλώς η περίπτωση του Δημ. Λιαντίνη δεν είναι συνηθισμένη (και ευτυχώς) ούτε εξαντλείται μ΄ ένα απλό κείμενο γι’ αυτόν, μ’ αφορμή κυρίως μια ομιλία του και το τελευταίο του βιβλίο. Η γνωριμία και η επαφή με το λόγο του, διαφορετικό, ουσιαστικό και αξιανάγνωστο για όσους δεν αρέσκονται σε προϊόντα κίβδηλα, χωνευτικά, της βιβλιοψυχαγοράς, συνεχίστηκε για μας και συνεχίζεται γυρνώντας και ξαναγυρνώντας (σ)τις σελίδες με τους φιλοσοφικούς, ποιητικούς, ανθρωποκεντρικούς και κλασικά «ελληνικόσημους» στοχασμούς του. Έτσι μετά την πάμφωνη της εκπνοής του «Γκέμμα», τον συναντήσαμε και πάλι με το πνεύμα και τον λόγο του αληθινά και γενναιόδωρα διδακτικό στο γλωσσικοσχολικής υφής εγχειρίδιο του «Τα Ελληνικά»» (1994) όπου, σ’ έναν «δεκάλογο» ελεύθερης σκέψης και γραφής, ποιητικολογίας, βιογνωσίας και ελληνομάθειας αισθητικοηθικής, αναπτύσσει το «πιστεύω» του για την ιδανική μορφή και το λειτούργημα του διδασκάλου, τις απόψεις και τις θέσεις του για τη «γλώσσα των ανθρώπων», για την «ποίηση και τη ζωή», για τους άξιους να λέγονται και να μνημονεύονται εσαεί ως Ποιητές (όχι εφήμεροι στιχοπλόκοι και «σφετεριστές»), αλλά και για θέματα άμεσα σχετιζόμενα με την ελληνική ζωή και τέχνη, την αρχαιότητα και τη θλιβερή συνέχειά της, για τη λεγόμενη «ελληνοχριστιανική αγωγή», τη γνήσια δημοκρατία κλπ. Τούτο το βιβλίο του Λιαντίνη, έστω και αν κάπου φθάνει στα άκρα -  στοχεύοντας πάντα στην κορφή, που ο ίδιος θεάται και βιώνει, αποτελεί ένα συμπλήρωμα εκφραστικό της θεωρίας και της «ταυτότητας» του, της ανθρώπινης ελληνικής και πνευματικής του καταγωγής και οντότητας. Είναι το προσωπικό του μαχητικό «ευαγγέλιο», το κήρυγμα της αναστατικής για τη ζωή και τον νεοέλληνα, κυρίως αποκάλυψης. Είναι ό,τι συνοπτικά διακηρύσσει και εντέλλεται στο προλογικό, σαν μόνο – του πόθου και της ματαιότητας ιδεογράφημά του, όπου κωδικοποιεί και πλαστουργεί, τετράσημα, του «κόσμου» του ελληνικού το «θαύμα».

«να υπάρχεις Ελληνικός δηλώνει τέσσερες τρόπους συμπεριφοράς.

Ότι δέχεσαι την αλήθεια που έρχεται μέσα από τη φύση ׂόχι την αλήθεια που φτιάχνει το μυαλό των ανθρώπων. Ότι ζεις σύμφωνα με την ηθική της γνώσηςׂόχι με την ηθική της δεισιδαιμονίας και των προκαταλήψεων.

Ότι αποθεώνεις την ομορφιάׂγιατί η εμορφιά είναι δυνατή σαν το νου σου και φθαρτή σαν τη σάρκα σου.

Και κυρίως αυτό: ότι αγαπάς τον άνθρωπο. Πως αλλιώς! Ο άνθρωπος είναι το πιο τραγικό πλάσμα μέσα στο σύμπαν».

...........................................................................................................................................     Όμως, αυτό που στάθηκε (και είναι, πάντα) επίκαιρα – κι όχι εφήμερα –«ζωντανό», αποκαλυπτικό και άξιο ατομικής αφομοίωσης και βίωσης, θαυμασμού και ασπασμού ηδονικού κι όχι απλής ανάγνωσης και μνείας, είναι το ανθηρό πνευματικό του δημιούργημα «Χάσμα σεισμού.Ο φιλοσοφικός Σολωμός» (1979), βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών (άλλης έκπληξης στοιχείο).

Είκοσι χρόνια μετά την έκδοσή του το βιβλίο αυτό διατηρεί ακέραιη την αξία του, την ομορφιά του, τη θεματική του πληρότητα, την ακμή και την πνοή της ποιητικής του γλώσσας..., καλύπτοντας πολύ απ’ το κενό που  άφησε η προσέγγιση του σολωμικού «κόσμου» από άλλους ή συμπληρώνοντας με ξεχωριστό, κατά τη γνώμη μας, και ουσιαστικό τρόπο την προσφορά ορισμένων ειδικών μελετητών. Ο Δημ. Λιαντίνης φτάνει στις κορφές και στον πυρήνα της σολωμικής δημιουργίας και φέρνει στο φως άγνωστα «κομμάτια» από τη φιλοσοφική «χροιά» και διάσταση της Ποίησης του Σολωμού. Ο συγγραφέας δεν παρουσιάζει τα πορίσματα της σε βάθος μελέτης του μόνο ως φιλοσοφημένος επιστήμονας φιλόλογος, ως ικανός και εμβριθής λόγιος, ως οξυδερκής και αντικειμενικός κριτής, ως ευαίσθητος αναγνώστης-θαυμαστής κλπ., αλλά τα παραθέτει με τρόπο απολύτως βιωματικό, με σύνθεση ποικίλων κ’ εκλεκτών στοιχείων γνωστικών, ως ερευνητής και κατακτητής της Αλήθειας, ως συνεργός ποιητικής «δράσης» και «γέννας», προσωπικά και γενικότερα εκφραστικής και γοητευτικής. Εισχωρεί στο νοητικό, ψυχοπνευματικό και αισθητικό πεδίο ή στο μεταμορφωτικό και προκλητικής «σκευής» εργαστήρι του Ποιητή, προβάλλοντας ή θέτοντας στο φως – και στον έλεγχο –πολλά από του Λόγου του τα «σωθικά», θεωρώντας ή ερμηνεύοντας ιδιότυπα και συνήθως πειστικά και ευφρόσυνα πολλές απ’ τις πτυχές και τις Στιγμές του, συνδέοντας την όλο «χάσματα» μα και «άνθη» α υ γ ή ς  διαδρομή του με τα κοιτάσματα και τις σπορές του κλασικού αρχαίου κόσμου και των κορυφαίων του ευρωπαϊκού –ρομαντικού, κυρίως –πνεύματος ηγετών.

Ο λόγος του Δημ. Λιαντίνη, πότε εύηχος και πότε κρυπτικός, πότε ανούσιος και πότε ανιαρός, είναι (και θα μείνει) λόγος πυκνός κ’ εκρηκτικός, στοχαστικός και φιλοσοφικός, ποιητικός, αληθινός, μυσταγωγικός... Είναι σύνθεση γνώσης και ομορφιάς, μάθησης και διδαχής, Ιδεών και Κάλλους, δύναμης κ’ ευαισθησίας, τόλμης και υπευθυνότητας... Κάτοχος όλου του υπό μελέτη –και άλλου αναγκαίου –υλικού, ενδοσκόπος και αποκρυπτογράφος, χτίστης πολυεπίπεδου και γερού πνευματικού συγκροτήματος, δωρητής σημαντικής και νεότροπης για τη βαθύτερη –ή αλλιώτικη –σολωμική ανακάλυψη ύλης, ο Δημ. Λιαντίνης, στα τέσσερα κεφάλαια – «φωτο-γραφήμματα» του κρατημένου στην αφάνεια πονήματός του (σ’ αντίθεση με τη σκόπιμη ή ιδιοτελή προβολή άλλων μέτριων ή ασήμαντων αναγνωσμάτων), τ έ μ ν ε ι  γόνιμα, καίρια και καθαρά με «έρωτα καλού», τον Λόγο και τον «κόσμο» της «συντριβής και του δέους» του Διον. Σολωμού, φωτίζει άπλετα, ή όχι, τις πέρ’ από τις λέξεις του «σκιές» και τις αθέατες πλευρές του και ισορροπεί ελεύθερα, περίτεχνα και διασωτικά πάνω στην σολωμική «κόψη του σπαθιού την τρομερή» (απ’ όποια ή με όποια «όψη» κι αν τη δει ή συμβολικά την εξετάσει καθένας). Καμιά σελίδα του βιβλίου αυτού, καμιά σχεδόν γραμμή, καμιά εικόνα νοητική και λεκτική, καμιά θέση, άποψη ή ερμηνεία δεν είναι δίχως σημασία, χωρίς βάρος και βάθος «αφής», χωρίς λάμψη νου και αίσθημα καρδιάς. Ο Δημ. Λιαντίνης απ’ την αρχή και ως το τέλος παραμένει ποιοτικός και ουσιώδης, θελκτικός και αφυπνιστικός, εύστροφος και ερεθιστικός, πιστός –αλλά και αυστηρός –στο «φως της καλοσύνης, στο φως της ομορφιάς» του Διον. Σολωμού. Του Ποιητή, που ανεπιφύλακτα τον έθεσε στην κορυφή της αξιολογικής του κλίμακας και γέμισε, με τη «φωνή» και τις εύστοχες αναφορές του σ’ αυτόν, τόσο τούτο το ελκτικό και ανθηρό «Χάσμα σεισμού...», στο σύνολό του (ανάθημα τιμής και μνήμης, αλλά και σκέψης, αίσθησης και γραφής ακριβής – μέσα στην άμετρης επιφάνειας και φθήνιας εποχή μας), όσο και άλλες σελίδες ή σημεία των κατοπινών βιβλίων του.

..........................................................................................................................................

(Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΑ ΦΥΛΛΑ, Ζάκυνθος, Φθινόπωρο –Χειμώνας 1998, σελ. 250-260).